Σάββατο 11 Ιουλίου 2015

Σημείο αντιλεγόμενο...



Σημείο αντιλεγόμενο
Μια προσωπικότητα αφοσιωμένη στην αλήθεια της, που τόνιζε την εσωτερική διάσταση της ζωής και την ίδια στιγμή ζούσε έντονα τη ζωή της κοινότητας - αυτό ήταν ο Ωριγένης. Η φήμη του πέρασε τα σύνορα της Αιγύπτου και έγινε περιζήτητος. Τον καλούσαν σε διάφορα μέρη για να διδάξει. Πήγαινε, εντυπωσίαζε με το ήθος και τη σοφία του, και γυρνούσε. Ήταν κι εκείνος ο επίσκοπος Δημήτριος, που σε κάθε του ταξίδι τού έστελνε γράμματα παρακαλώντας τον να γυρίσει πίσω, να συνεχίσει το έργο του στην πατρίδα.

Όταν όμως το 230 μ.Χ. άλλοι επίσκοποι χειροτόνησαν τον Ωριγένη χωρίς την άδεια του Δημήτριου, ο επίσκοπος Αλεξανδρείας, σαν να περίμενε μια αφορμή, τα ξέχασε όλα: καταδίκασε και καθαίρεσε τον Ωριγένη. Κι αυτός αναγκάστηκε να αποχωριστεί την πόλη του. Ίδρυσε νέα σχολή στην Καισάρεια της Παλαιστίνης. Εκεί συνέχισε το έργο του με την ίδια αποτελεσματικότητα. Όμως οι ιδέες του είχαν ήδη ανησυχήσει πολλούς, και από τότε δεν έλειψαν οι κατηγορίες εναντίον του ότι ήταν αιρετικός.

Ο Ωριγένης ήταν ένας δάσκαλος σε εποχές που οι δάσκαλοι δοκίμαζαν τη φιλοσοφία μαζί με τους μαθητές τους και έξω από τη σχολή. Αυτό του το αναγνώρισαν όλοι - και πάντα. Ήταν όμως κι ένας ριψοκίνδυνος στοχαστής: τολμούσε να ερευνά και να δοκιμάζει τις ιδέες του σε θέματα για τα οποία δεν είχε διαμορφωθεί μια «επίσημη γραμμή». Αυτό το αναγνώρισαν όλοι, αλλά λίγοι του το συγχώρησαν - και πάντως όχι όσοι δεν τολμούσαν ποτέ (δηλαδή οι περισσότεροι).

Πέτυχε να συγκεντρώσει πάνω του τα πυρά των εθνικών (κάτι αναμενόμενο), των αιρετικών (που έτσι κι αλλιώς τους πολέμησε κι αυτός), αλλά και πολλών ορθόδοξων χριστιανών θεολόγων. Ορισμένοι από τους τελευταίους επιτέθηκαν στα «ωριγένεια φληναφήματα», ενώ στην πραγματικότητα επιτέθηκαν σε διαστρεβλώσεις των θέσεών του, υποστηρίζοντας τις δικές του! Χρειάστηκε η επέμβαση ενός αυτοκράτορα σαν τον Ιουστινιανό, του ίδιου που έκλεισε την πλατωνική ακαδημία των Αθηνών, για να καταδικάσει με πάσα επισημότητα η Ε' Οικουμενική Σύνοδος ιδέες που του αποδίδονταν - άλλη μια εκκρεμότητα που άφησε στην ιστορία της σκέψης η πολιτική χρήση εκκλησιαστικών πραγμάτων.

Τελικά, πολλοί χριστιανοί είδαν με καχυποψία το εγχείρημα του Ωριγένη. Έστω ότι είναι καλή η φιλοσοφία, σκέφτονταν και σκέφτονται, αλλά τι μπορεί να μας προσφέρει, όταν μας έχει αποκαλυφθεί η αλήθεια από τον ίδιο τον Θεό; Σκοπός του χριστιανισμού δεν είναι η μόρφωση του ανθρώπου, αλλά η μεταμόρφωσή του. Ο Ωριγένης δεν διαφωνούσε με αυτό. Αλλά (ίσως έφταιγε ο χαρακτήρας του, ίσως η παιδεία του, ίσως η πόλη του) πίστευε και κάτι παραπέρα: ότι η φιλοσοφία δεν είναι απλή μόρφωση και γνώση. Είναι θεωρία και πρακτική, και έχει πια και η ίδια μεταμορφωθεί μέσα στον χριστιανισμό σε μια «πνευματική άσκηση». Η ιστορία έδειξε ότι λίγοι ακολούθησαν το παράδειγμά του.

Στον οργανωμένο διωγμό του Δέκιου το 250 μ.Χ. ο Ωριγένης συνελήφθη και βασανίστηκε. Πενήντα χρόνια σχεδόν μετά τον θάνατο του πατέρα του ήρθε η σειρά του. Όσα είχε γράψει και είχε πει στον πατέρα του, τους φίλους του, τους μαθητές του για το μαρτύριο ίσχυαν τώρα για τον ίδιο. Ήταν μεγάλος πια, κι όταν σε έναν χρόνο αφέθηκε ελεύθερος η κλονισμένη υγεία του δεν άντεξε πολύ. Πέθανε γύρω στα εξηνταοκτώ, ζώντας περίπου τα ίδια χρόνια με τον Πλωτίνο, αλλά μια ζωή αρκετά ταραχώδη για έναν απόλυτο αναζητητή της ταραξίας.

Ελευθερία με κακό ή καλό χωρίς ελευθερία;



Ελευθερία με κακό ή καλό χωρίς ελευθερία;
Οι κάτοικοι της αυτοκρατορίας (ακόμη και όταν ονομάστηκαν «ρωμαίοι πολίτες» από το 212 μ.Χ.) ολοένα και περισσότερο ένιωθαν τον εαυτό τους μη προνομιούχο, διωγμένο, περιθωριοποιημένο. Οι περίοδοι πολιτικής αστάθειας, οι εθνικές και κοινωνικές αναταραχές, οι θρησκευτικές αντιπαλότητες δεν ήταν λίγες και πολλοί βίωναν τραυματικά αυτή την κατάσταση. Αρκετοί έβλεπαν ότι δεν είχαν πού να στραφούν. Η «επίσημη» πολιτική θρησκεία με τις δημόσιες τελετές δεν τους υποσχόταν πια τίποτε. Αναζητούσαν, γι αυτό, τη σωτηρία σε μια νέα πίστη, σε κάποια μυστηριακή λατρεία ή στον χριστιανισμό. Κάποτε έφταναν να αρνηθούν τον πολιτισμό συνολικά.

Με αυτούς τους όρους τέθηκε και στη φιλοσοφία αυτό που ονομάζεται «πρόβλημα του κακού»: η παρουσία του κακού στον κόσμο και η αιτιολόγησή της.

Αν όλα τα έφτιαξε ο θεός και το κακό υπάρχει, τότε ο θεός έφτιαξε και το κακό. Πώς όμως είναι δυνατόν ένας πανάγαθος να φτιάξει κάτι κακό; Μήπως το έκανε για κάποιον καλό τελικό σκοπό; Τότε όμως ο σκοπός δικαιολογεί τα μέσα;

Αν δεν έφτιαξε ο θεός το κακό, τότε υπάρχει κάτι που είναι ανεξάρτητο από αυτόν - και αντίθετό του. Τότε όμως υπάρχει μια ατέλειωτη διαμάχη καλού-κακού και θεός δεν είναι παντοδύναμος.

Αν όλα όσα έφτιαξε ο θεός δεν μπορεί παρά να είναι καλά, τότε μήπως το κακό δεν υπάρχει;

Αν το κακό υπάρχει, τότε μήπως δεν υπάρχει θεός - τουλάχιστον ένας θεός παντοδύναμος και πανάγαθος, που δεν θα επέτρεπε να υπάρχει το κακό στον κόσμο;

Φιλοσοφικά και πνευματικά ρεύματα της εποχής, όπως οι νεοπυθαγόρειοι και οι Γνωστικοί, υποστήριξαν ότι για όλα φταίει η ύλη. Τόσο ήταν το μίσος τους προς την ύλη (και το σώμα), ώστε θέλησαν να απαλλάξουν τον Θεό από την παραμικρή επαφή με αυτόν εδώ τον κόσμο. Δεν είναι δυνατόν, έλεγαν, ο Θεός να έφτιαξε αυτό το βασίλειο του κακού - ο κόσμος είναι δημιούργημα μιας δεύτερης θεότητας ή μιας κακής αρχής. Τι μένει στον άνθρωπο να κάνει; Να αρνηθεί τον κόσμο και το σώμα του, να ασκήσει τη σοφία του και να καθαρίσει την ψυχή του, ώστε να ζήσει μέσα στο καλό.

Οι ακραίες αυτές θέσεις είχαν απήχηση σε ομάδες χριστιανών και διαμόρφωσαν ένα ισχυρό ρεύμα. Για τον Ωριγένη ο κόσμος δεν είναι κακός από τη φύση του και δεν πρέπει να τον αρνηθούμε, όπως οι Γνωστικοί. Είναι η αναγκαία συνθήκη της ύπαρξής μας, όπως και το σώμα. Το καλό και το κακό είναι ζήτημα επιλογής, που ο άνθρωπος μπορεί να την κάνει ελεύθερα. Το μεγαλύτερο κακό που διάλεξε να κάνει ο άνθρωπος (το προπατορικό) είναι ο εγωισμός: επιβεβαίωσε τον εαυτό του, χωρίζοντας από τον Θεό. Αυτή η ρήξη της σχέσης τους είναι τόσο μεγάλη που θεραπεύεται μόνο με τη θεϊκή αγάπη.

Αν ελευθερία σημαίνει και την ελευθερία να κάνεις το κακό, τότε το κακό είναι συνέπεια της άσκησης της ελευθερίας από τον άνθρωπο. Επομένως, ο άνθρωπος επιλέγοντας το κακό, σηματοδότησε την ελευθερία του (ίσως και την αυτοσυνείδησή του), αλλά ανέλαβε και το κόστος της.

Η πίστη του Ωριγένη στην πρόνοια (που είχαν και οι Στωικοί) μοιάζει να είναι και το αποκούμπι του κυνηγημένου - βάλσαμο ή ναρκωτικό, αυτό είναι άλλη ιστορία. Εκείνου που θέλει να ελπίζει ότι παρά το κοσμικό κακό, παρά το κοινωνικό κακό και το προσωπικό κακό (που τα έζησε και ο ίδιος ο Ωριγένης), στο τέλος θα θριαμβεύσει το καλό. Στα έσχατα της ιστορίας τα πάντα θα αποκατασταθούν μέσα στη θεϊκή αγάπη. Αυτή την αισιοδοξία δεν τη συγχώρεσαν στον Αλεξανδρινό οι επαγγελματίες διαχειριστές του μεταφυσικού φόβου.

Μήπως έχεις χαθεί μέσα σε δρόμους που καίνε; Ο «πλατωνισμός» του Ωριγένη



Μήπως έχεις χαθεί μέσα σε δρόμους που καίνε; Ο «πλατωνισμός» του Ωριγένη

Ο Ωριγένης έμεινε γνωστός ως πλατωνικός χριστιανός. Πρωτεργάτες για τη δημιουργία αυτής της εικόνας είναι οι σύγχρονοί του αντίπαλοι και αρκετοί σύγχρονοί μας μελετητές. Άλλοι για να δικαιολογήσουν τις αιρετικές αποκλίσεις, που του καταλογίστηκαν τρεις αιώνες μετά, και έτσι να αποδείξουν ότι η ελληνική φιλοσοφία είναι μητέρα των αιρέσεων. Άλλοι για να καταγγείλουν ότι ο ανατολικός χριστιανισμός παραείναι φιλοσοφικός και αντίθετος προς την απλότητα των Ευαγγελίων. Άλλοι για να υποστηρίξουν ότι έχει και ο χριστιανισμός τη φιλοσοφία του. Άλλοι για να καταλήξουν ότι ο Πλατωνισμός είναι το φιλοσοφικό υπόβαθρο του χριστιανισμού, ο οποίος είναι απλώς ένας «Πλατωνισμός για τις μάζες». Άλλοι για να προτείνουν ότι οι χριστιανοί οφείλουν να είναι Πλατωνικοί.

Είναι αμφίβολο αν οι ιδέες για τις οποίες ο Ωριγένης καταδικάστηκε στην Ε' Οικουμενική Σύνοδο (το 553 μ.Χ.) είναι όλες δικές του: περί προϋπάρξεως των ψυχών, μετεμψύχωσης, αναγκαστικής δημιουργίας του κόσμου και άλλα σχετικά.

Είναι όμως αλήθεια ότι τόσο στη θεολογία του όσο και στην κοσμολογία και στην ανθρωπολογία του υπάρχουν πολλά στοιχεία που παραπέμπουν στον Πλατωνισμό (όπως βέβαια και στον Στωικισμό). Η φύση και η ενότητα του θείου, η έννοια της πρώτης αρχής, η αποδοχή μιας παγκόσμιας πρόνοιας, οι σχέσεις μεταξύ των νοητών ή των νοητών με τα αισθητά, η στάση προς το σώμα: όλα είναι θέματα τρέχοντα στις φιλοσοφικές συζητήσεις της εποχής εκείνης. Και οι θέσεις του Ωριγένη θυμίζουν αντίστοιχες πλατωνικές (ή στωικές) αντιλήψεις.

Είναι μια συνέχεια που αφορά μόνο λέξεις και εικόνες; Στοιχεία που ο Ωριγένης δανείστηκε από τη φιλοσοφία, αλλά στα καινούργια συμφραζόμενα έχουν χάσει το πρωταρχικό τους νόημα; Ή μήπως η χρήση τους έχει επηρεάσει τον πυρήνα της σκέψης του Αλεξανδρινού;

Πάντως, για τον ίδιο όλα αποτελούν απόπειρες ερμηνείας της γραφής και υπεράσπισης της παράδοσης. Ακόμη και ο ασκητισμός του («πλατωνικής χροιάς») δεν προερχόταν από την πεποίθηση για την κακία της ύλης καθεαυτήν·πήγαζε από την επιθυμία να εναρμονιστεί η ύλη με τις βλέψεις της ψυχής σε μια κατάσταση μέγιστης ελευθερίας, για να ιδωθεί η αλήθεια.

Τελικά, η Αλεξάνδρεια είναι για τον πλατωνισμό ό,τι το Λονδίνο για την ομίχλη (ή η Αθήνα για το νέφος;). Ο κατεξοχήν τόπος τους. Δεν μπορούμε να τα σκεφτούμε, ή ίσως να τα ζήσουμε, χωριστά. Όμως για να κατανοήσουμε αυτή την πτυχή του έργου του Ωριγένη, το σχήμα που καλύτερα ταιριάζει είναι «συνέχεια και ασυνέχεια». Ή, με άλλα λόγια: το έργο του περιέχει αντισώματα στον πλατωνισμό, σαν απόδειξη ότι έχει υποφέρει και έχει αποκρούσει τις επιθέσεις του.

Ο Θεός, ο κόσμος, ο άνθρωπος



Ο Θεός, ο κόσμος, ο άνθρωπος
Ο Ωριγένης έγραψε για τον Θεό, τον κόσμο και τον άνθρωπο (αντικείμενα παλαιά και της φιλοσοφίας και της θεολογίας) με τρόπο πολύ διαφορετικό από τον απλό των ιερών κειμένων που ερμήνευε. Χρησιμοποίησε την κοινή γλώσσα του κύκλου του και της πόλης του - μίλησε περισσότερο «φιλοσοφικώς» παρά «αλιευτικώς» (με τον τρόπο των ψαράδων).

Βασική του πεποίθηση ήταν ότι ο άνθρωπος, ως έλλογο ον, έχει τη δυνατότητα να συμμετάσχει στην ανώτερη μορφή ζωής, τη θεϊκή. Αυτό δεν οφείλεται αποκλειστικά στις δικές του δυνάμεις, ούτε καν στον νου του. Προϋπόθεση είναι η δημιουργία του ανθρώπου κατ εικόνα και καθ ομοίωση του Θεού και η παρέμβαση του Θεού στον κόσμο, με κορυφαία την ενσάρκωση. Επομένως, οι διαμάχες για τη φύση του Χριστού δεν ήταν απλώς «μεταφυσικές», δηλαδή αποκομμένες από την πραγματικότητα - στα μάτια του Ωριγένη είχαν σχέση με τη φύση και τις δυνατότητες του ανθρώπινου προσώπου.

Το ίδιο το γεγονός ότι ο άνθρωπος (ψυχή και σώμα) βρίσκεται σε αυτόν εδώ τον κόσμο δεν οφείλεται στην πτώση της ψυχής, αλλά στην πρόνοια. Αυτή η πρόνοια, η διακυβέρνηση του κόσμου, δεν είναι παρά ο τρόπος που εκδηλώνεται η αγάπη του προσωπικού Θεού προς τον άνθρωπο.

Τι μπορεί να καταλάβει από αυτά ο άνθρωπος; Είναι δυνατή η γνώση του Θεού, ενός Θεού «πέρα από νου και ουσία», όπως τον ονόμαζαν και οι Πλατωνικοί; Η γνώση είναι δυνατή χάρη στην αποκάλυψη, υπερθεμάτιζε ο Ωριγένης, και με την πίστη και την αρετή. Εδώ η αρετή γίνεται προϋπόθεση της γνώσης, και όχι το αντίστροφο - όπως υποστήριζαν φιλόσοφοι τουλάχιστον από τον Σωκράτη και μετά.

Στον λόγο του για τον κόσμο ο Ωριγένης δεν ακολουθεί έναν ξεκάθαρο, πλατωνικού τύπου, δυϊσμό: από εδώ ο αισθητός, υλικός και φθαρτός κόσμος και από εκεί ο πραγματικός αιώνιος νοητός κόσμος. Δεν δέχεται ότι η δημιουργία έχει αιτία της κάποια «απορροή» της θεϊκής ουσίας, ούτε όμως (σαν τους Γνωστικούς) φοβάται μήπως «μολυνθεί» ο Θεός αν σχετιστεί με τον υλικό κόσμο.

Στη σκέψη του μπορεί ο ένας κόσμος να διαδέχεται τον άλλο. Υπάρχουν διάφοροι «χώροι», ανώτεροι και κατώτεροι, που δημιουργήθηκαν για διαφορετικά επίπεδα ζωής. Αυτός ο ορατός κόσμος δεν είναι ο μόνος δυνατός κόσμος - είναι απλώς ο κατάλληλος τόπος για το ανθρώπινο επίπεδο της ζωής. Ανάλογα και η ψυχή: δεν μπορεί να νοηθεί «απογυμνωμένη» από κάθε σώμα, είναι πάντα ενδεδυμένη· το είδος του σώματος είναι κάθε φορά αυτό που απαιτεί ο τόπος στον οποίο υπάρχει η ψυχή.

Ακόμη και ο κόσμος που θα είχε την υψηλότερη βαθμίδα ζωής, π.χ. ασώματους νόες (σήμερα ίσως λέγαμε «ασώματους εγκεφάλους»), θα ήταν κατώτερος και έξω από τον Θεό. Σε τελική ανάλυση οι διάφορες βαθμίδες της ζωής δεν διαφέρουν μεταξύ τους ως προς την ουσία τους. Μία είναι η ριζική και ανυπέρβλητη διαφορά: το χάσμα ανάμεσα στον Θεό και στον κόσμο.

Μέσα σε αυτό το κοσμολογικό σχήμα, η ανθρώπινη ιστορία αποτελεί ένα μικρό κεφάλαιο της όλης κοσμικής πορείας και διαδικασίας. Η συναίσθηση αυτής της μικρότητας θα μπορούσε να οδηγήσει στην υπαρξιακή απαισιοδοξία. Όπως και η έμφαση του Ωριγένη στο πνεύμα φαίνεται να υποβιβάζει την ιστορική εμπειρία του ανθρώπινου σώματος.

Αλλά ο Ωριγένης προσθέτει, ένα ακόμη στοιχείο, από τα πιο αμφιλεγόμενα της σκέψης του: την «αποκατάσταση των πάντων». Στα «έσχατα», στο τέλος της ιστορίας και του κόσμου, όλα θα βρουν τον δρόμο τους πίσω στην αρχική τους κατάσταση (γίνεται να μη θυμηθούμε την «επιστροφή» που θα τονίσουν στη συνέχεια οι Νεοπλατωνικοί;). Όλα τα έλλογα όντα, αγαθά και κακά, θα αποκαταστήσουν την κοινωνία τους με τον Θεό. Το τέλος της ανθρώπινης ιστορίας δεν μπορεί παρά να είναι ο θρίαμβος του Θεού: η επαναφορά του ανθρώπου στον αυθεντικό εαυτό του. Βρισκόμαστε στις απαρχές μιας αισιόδοξης φιλοσοφίας της ιστορίας.